Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΠΟΕΔ στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Παιδείας (22 Μαΐου, 2012 – 11π.μ.) για την αναγκαιότητα παρουσίας καθηγητών Σωματικής Αγωγής και Μουσικής στα Δημοτικά Σχολεία για τα μαθήματα της Γυμναστικής και της Μουσικής.
(Αυτεπάγγελτη εξέταση έπειτα από πρόταση των βουλευτών
κ. Άγγελου Βότση, Γιώργου Προκοπίου και Αθηνάς Κυριακίδου)
Αναφερόμενη στο πιο πάνω θέμα, η ΠΟΕΔ εκφράζει, για άλλη μια φορά, τη δυσφορία και την απογοήτευσή της για το γεγονός ότι η Επιτροπή Παιδείας της Βουλής επιμένει στην αυτεπάγγελτη εξέτασή του, τη στιγμή που αυτό είχε απασχολήσει, έντονα κι επανειλημμένα, στο παρελθόν, για να λήξει, υποτίθεται, οριστικά και αμετάκλητα, με τη γνωστή απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και την οργάνωση από το Υπουργείο Παιδείας ειδικού προγράμματος επιμόρφωσης των συναδέλφων που διδάσκουν το αντικείμενο.
Η Οργάνωση υπενθυμίζει πως αποτελεί διακηρυγμένη πολιτική του αρμόδιου Υπουργείου, την οποία ανεπιφύλακτα ασπάζεται και η ίδια, ότι ο πολυδύναμος δάσκαλος αποτελεί το μοναδικό και αδιαμφισβήτητο φορέα του εκπαιδευτικού γίγνεσθαι στο επίπεδο της δημοτικής εκπαίδευσης, όπου η διαθεματική προσέγγιση, σε αντίθεση με τη θεματική που εκφράζεται σε άλλα επίπεδα της εκπαίδευσης, υιοθετείται γενικά από την παιδαγωγική επιστήμη. Η πολιτική αυτή υιοθετείται μέχρι σήμερα, μέσα από τα νέα Αναλυτικά Προγράμματα, στα πλαίσια και της Εκπαιδευτικής Μεταρρύθμισης που λαμβάνει χώρα.
Έχοντας υπόψη την πιο πάνω φιλοσοφία αλλά και το γεγονός ότι ανάλογη αντιμετώπιση του θέματος εφαρμόζεται γενικά σε όλες τις προηγμένες χώρες της Ευρώπης, η ΠΟΕΔ είχε υποστηρίξει και παλαιότερα ότι τα ειδικά θέματα στο δημοτικό σχολείο μπορούν και πρέπει να διδάσκονται από παιδαγωγικά καταρτισμένους εκπαιδευτικούς που να εξειδικεύονται στο αντίστοιχο θέμα, Η θέση αυτή υιοθετήθηκε από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού και την τότε Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου, ενώ εφαρμόζεται και σήμερα από το Παιδαγωγικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Κύπρου, προς το οποίο, για σκοπούς ισοτιμίας και αντιστοιχίας ταυτίζονται και τα λοιπά πανεπιστήμια.. Παράλληλα, έχουν προωθηθεί διαδικασίες για τη μετεκπαίδευση δασκάλων που ασχολούνται με τα ειδικά θέματα και ιδιαίτερα με εκείνο της σωματικής αγωγής.
Πιο συγκεκριμένα, το Τμήμα ΕΠΑ του Πανεπιστημίου Κύπρου προσφέρει ένα πρόγραμμα σπουδών που οδηγεί σε «Πτυχίο Δασκάλου», ενός δασκάλου πολυδύναμου (με όλα αυτά που παιδαγωγικά συνεπάγονται από αυτό) που να μπορεί, ανάλογα με τα προσωπικά του ενδιαφέροντα και τις προσωπικές του ικανότητες, να επιλέγει και μαθήματα «ειδίκευσης», από δύο ευδιάκριτες περιοχές. Ανάμεσα στα μαθήματα ειδίκευσης, επιλέγει και μαθήματα Μουσικής ή Φυσικής Αγωγής. Παραθέτουμε σε φωτοτυπία τις σχετικές σελίδες του Οδηγού Σπουδών (σελ 174-175). Είναι προφανές ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα αντανακλά και καλύπτει τις ανάγκες των μελλοντικών δασκάλων, ώστε και τον πολυδύναμο χαρακτήρα να διατηρούν και τις βασικές ειδικές γνώσεις να διαθέτουν για τη διδασκαλία της Μουσικής και της Φυσικής Αγωγής, σε επίπεδο σχολικής μονάδας.
Η εμπειρία έχει αποδείξει ότι οι δάσκαλοι με ειδίκευση έχουν φέρει γενικά καλύτερα αποτελέσματα από ό,τι άλλοι πτυχιούχοι ειδικοτήτων. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι εκπαιδευτικοί που είναι καταρτισμένοι παιδαγωγικά, παράλληλα με την ειδικότητα που τυχόν κατέχουν, είναι πιο ευέλικτοι σε μεθόδους και βρίσκονται πιο κοντά στην ψυχολογία του παιδιού ηλικίας του δημοτικού σχολείου.
Σε ό,τι αφορά τις διάφορες έρευνες που, όπως υποστηρίζεται, καταδεικνύουν ότι η φυσική κατάσταση των παιδιών έχει αλλάξει προς το χειρότερο, η ΠΟΕΔ διατηρεί επιφυλάξεις για την εγκυρότητα και την αξιοπιστία τους. .Γι’ αυτό η Οργάνωση πιστεύει ότι θα πρέπει να διεξαχθεί σχετική επιστημονική έρευνα από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού για όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης, τα αποτελέσματα της οποίας να απασχολήσουν για την εξαγωγή των ορθών συμπερασμάτων και τη λήψη εκείνων των μέτρων που θα βοηθήσουν την εκπαίδευσή μας.
Η ΠΟΕΔ επισημαίνει, περαιτέρω, ότι, ύστερα από σχετικές συζητήσεις, προκύπτει πως η επιστημονική κοινότητα υποστηρίζει τη διδασκαλία των ειδικών μαθημάτων στο δημοτικό σχολείο από παιδαγωγικά καταρτισμένους δασκάλους, εξειδικευμένους στο ειδικό θέμα που θα διδάξουν. Στο επίπεδο του δημοτικού σχολείου, κανένας μη παιδαγωγικά καταρτισμένος δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται να ασχολείται με τη διδασκαλία οποιουδήποτε θέματος. Τα τυχόν προβλήματα που σχετίζονται με τη διδασκαλία των ειδικών μαθημάτων στα δημοτικά σχολεία δεν οφείλονται απαραίτητα και κατά πρώτο λόγο σ' αυτούς που διδάσκουν το μάθημα, αλλά κυρίως στην έλλειψη υποδομής.
Η ΠΟΕΔ παρατηρεί, περαιτέρω, και τα ακόλουθα :
Η αναφορά για «παρουσία» καθηγητών κ.λ.π. στον τρόπο με τον οποίο έχει εγγραφεί το θέμα, μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι εννοεί την πρόσληψη εκπαιδευτικών, που με τα μέχρι σήμερα δεδομένα, προσλαμβάνονται ως καθηγητές στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Η όλη συζήτηση σήμερα γίνεται στην παρουσία διαφόρων εκπροσώπων οι οποίοι οφείλουμε με ειλικρίνεια να σημειώσουμε ότι δεν έχουν άμεση σχέση με τη δημοτική εκπαίδευση και τα ζητήματά της. Έχουμε για παράδειγμα τον Παγκύπριο Σύνδεσμο Πτυχιούχων Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, τις Συνδικαλιστικές Οργανώσεις Μέσης Εκπαίδευσης, κ.ά., όπου αυτό δημιουργεί μιαν αρνητική δυναμική που αποδυναμώνει τη θέση μας, τη στιγμή που, μέσα σε αυτή την ασυμμετρία, η δική μας άποψη και γνώμη θα έπρεπε να έχει βαρύνουσα σημασία.
Θα ήταν σοβαρό πρόβλημα να προσλαμβάνονται και στο δημοτικό σχολείο εκπαιδευτικοί που δε διαθέτουν την απαιτούμενη βασική επαγγελματική εκπαίδευση, ανάλογα πάντοτε και με το ηλικιακό εύρος που αυτό περιλαμβάνει. Η διασφάλιση που υπάρχει σήμερα ως προς αυτό, είναι ουσιαστική κατάκτηση για το Δημοτικό Σχολείο και είμαστε της άποψης ότι θα χρειαστεί να το προστατέψουμε από εξελίξεις που συνιστούν σαφή υποχώρηση, με επιπτώσεις ακόμη και σε αυτήν την επιδιωκόμενη ποιοτική αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης στον τόπο μας μέσα από την προσπάθεια για Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση.
Το συγκεκριμένο ζήτημα έχει συζητηθεί εν εκτάσει και στο παρελθόν και κατέληξε σε οριστικές Αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου (15 Μαΐου 1997, 25 Ιουνίου 1997, 30 Ιανουαρίου 2003 κ.ά). Αξίζει να σημειωθεί ότι οι αποφάσεις αυτές σαφώς και κατηγορηματικά αναφέρουν ότι «η Δημοτική Εκπαίδευση στελεχώνεται στη βάση του θεσμού του πολυδύναμου δασκάλου» και ορίζουν τελεσίδικη αυτή τη θέση κάνοντας αναφορά «στον τερματισμό κάθε συζήτησης γύρω από το θέμα δημιουργίας εξειδικευμένων θέσεων στη Δημοτική Εκπαίδευση ή από οποιοδήποτε σχετικό αίτημα». Η ακολουθούμενη πολιτική καθορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζεται η συγκεκριμένη κατάσταση, ως «κυβερνητική πράξη» που δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία ούτε και του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αφού «το Υπουργικό Συμβούλιο είναι το ανώτατο όργανο άσκησης εκτελεστικής εξουσίας και είναι το όργανο που διαμορφώνει την πολιτική της κυβέρνησης και ασκεί εκτελεστική εξουσία επί παντός θέματος.
Το ζήτημα αυτό με την εξειδικευμένη περίπτωση του μαθήματος της Γυμναστικής ή της Μουσικής, το οποίο εκτείνεται βέβαια με το ίδιο σκεπτικό (ορθά ή εσφαλμένα) σε όλα τα άλλα μαθήματα (Ελληνικά, Μαθηματικά, Ιστορία, Επιστήμη κ.λ.π.) ΔΕΝ πρέπει να αντιμετωπίζεται κάτω από τους παραμορφωτικούς οικονομικούς και συνδικαλιστικούς φακούς, είτε από την πλευρά της δικής μας Συντεχνίας ΠΟΕΔ, (εξ αφορμής, απορρίπτουμε τους ισχυρισμούς περί δυνατής ΠΟΕΔ κ.λ.π.), είτε από την πλευρά των Αδιόριστων ή Πτυχιούχων Καθηγητών Φυσικής Αγωγής με σκοπό την αναζήτηση διεξόδων στον κατάλογο διορισίμων οποιασδήποτε ειδικότητας. Επιβάλλεται, για να είμαστε σωστοί, να το εξετάσουμε υπό το πρίσμα των εκπαιδευτικών και παιδαγωγικών αρχών, προσανατολισμών, αξιώσεων, στοχεύσεων του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Με αυτά ως το βασικό μας κριτήριο, δεν τίθεται θέμα να ξεφύγουμε από την ακολουθούμενη πολιτική του πολυδύναμου εξειδικευμένου δασκάλου στην Πρωτοβάθμια/ Στοιχειώδη/Δημοτική Εκπαίδευση. Αυτό ενισχύεται ακόμη περισσότερο σήμερα, με τις προσπάθειες που γίνονται για Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση, όπου η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Μεταρρύθμισης στη δημοσιευμένη Έκθεσή της αναφέρεται στην «αναγκαιότητα διατήρησης του θεσμού του πολυδύναμου δασκάλου, η οποία προκύπτει από ψυχολογικούς λόγους, αφού ένας μικρός μαθητής λειτουργεί καλύτερα με ένα εκπαιδευτικό, από ότι με πολλούς». Επιπλέον εγείρεται και θέμα της προσπάθειας για «πυρηνική γνώση», ένας από τους βασικούς πυλώνες της Εκπαιδευτικής Μεταρρύθμισης. Είναι σαφής ο προσανατολισμός της Παιδείας μας στην απόκτηση στα πλαίσια της Δημοτικής Εκπαίδευσης «πυρηνικών γνώσεων», μεταξύ βέβαια πολλών άλλων, στάσεων, αξιών κ.λ.π. Αυτό υπηρετείται, προφανώς, από τα Προγράμματα Σπουδών των Πανεπιστημίων στα οποία εντάσσονται μαθήματα ειδίκευσης (π.χ. Πρόγραμμα Πανεπιστημίου Κύπρου, επισυνάπτεται). Έτσι, αυτό που ουσιαστικά διασφαλίζει τις στοχεύσεις και τους προσανατολισμούς στη Δημοτική Εκπαίδευση είναι ουσιαστικά η παιδαγωγική κατάρτιση των δασκάλων, εν αντιθέσει με τους καθηγητές οι οποίοι, μέσα σε ένα άλλο πλαίσιο προετοιμάζονται στο αντικείμενό τους με διαφοροποίηση τόσο για τις ηλικίες που θα διδάξουν, όσο και προς τους σκοπούς.
Οι όποιες υποκειμενικές και αυθαίρετες επισημάνσεις περί παχυσαρκίας, πρωταθλητισμού κ.λ.π δεν είναι δυνατό να μας απασχολήσουν σοβαρά, γιατί πρωτίστως δεν αποδεικνύονται ερευνητικά και επιστημονικά.
Σήμερα, η πραγματικότητα στα Δημοτικά Σχολεία αποτυπώνεται με την ύπαρξη 180 εκπαιδευτικών που έτυχαν συγκεκριμένης συστηματικής επιμόρφωσης κατά το σχολικό έτος 2004-2005, κάτι που στοίχισε και στο κράτος 150 000 ευρώ. Ένα πρόγραμμα επιμόρφωσης που έγινε σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Brunel. Ακόμη, όσοι άλλοι διδάσκουν το μάθημα της Φυσικής Αγωγής έχουν το βασικό πτυχίο δασκάλου (με έμφαση στα παιδαγωγικά) και εξειδίκευση μέσα από το πρόγραμμα σπουδών τους ή με δεύτερο πτυχίο στο μάθημα της Φυσικής Αγωγής. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι στη βάση μιας άποψης, δικαιολογημένης ή μη, ότι αυτά δεν είναι αρκετά, αυτό που η Πολιτεία θα πρέπει να φροντίσει, να επιδιώξει και να οργανώσει, είναι συστηματική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε όλα τα αντικείμενα, όπως ορίζει και η σύγχρονη παιδαγωγική που εφαρμόζεται σε πολλές χώρες της Ευρώπης που θέλουμε να μοιάσουμε. Η Επιμόρφωση ως μια αέναη προσπάθεια βελτίωσης και ενημέρωσης των εκπαιδευτικών, συνδέεται άμεσα με την ποιοτική αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης σε όλα τα αντικείμενα. Ως ΠΟΕΔ προς αυτή την κατεύθυνση προσανατολιζόμαστε και συγχαίρουμε τόσο το ΥΠΠ, όσο και τους Οργανωμένους Γονείς, που αφουγκράστηκαν τις τεκμηριωμένες θέσεις που προτάξαμε και συνέβαλαν στο πρώτο, μικρό, αλλά πολύ σημαντικό βήμα στο πολυσυζητημένο θέμα της Επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, με το «Διήμερο Εκπαιδευτικού» που θα εφαρμοστεί από την προσεχή σχολική χρονιά και μέσα από δημιουργικό διάλογο θα διαμορφωθεί ανάλογα, για να εξυπηρετεί τις ανάγκες του σύγχρονου και αποτελεσματικού σχολείου που όλοι οραματιζόμαστε και προσδοκούμε.
Έχουμε λοιπόν, έτοιμους και καταρτισμένους δασκάλους, «πολυδύναμους», ένας όρος που ίσως είναι περιττός αλλά τον επέβαλαν οι παρούσες καταστάσεις-«επιβουλές», ο οποίος μπορεί να προσφέρει περισσότερα στα παιδιά, σε όλα τα αντικείμενα, αν βοηθηθεί ουσιαστικά, συστηματικά και μεθοδευμένα μετά τη βασική του εκπαίδευση, κατά την υπηρεσία του.
Σημειώνεται η προσπάθεια ευρύτερης συμβολής επίτευξης των γενικότερων στόχων του μαθήματος Φυσικής Αγωγής (καλλιέργεια της αγάπης προς τον αθλητισμό, ανάπτυξη βασικών γνωστικών, κινητικών και συναισθηματικών δεξιοτήτων ώστε να ωθηθούν τα παιδιά προς τον υγιεινό τρόπο ζωής μέσα από σωστή διατροφή και άθληση, ακόμα και μέσα από το μάθημα της Αγωγής Ζωής, που εντάχθηκε ως ένα νέο γνωστικό αντικείμενο στα ΝΑΠ και στα ΝΩΠ. Όσα επισημαίνονται, μόνο με ολοκληρωμένη προσέγγιση και όχι περιπτωσιακή και προσέγγιση βολέματος, εντυπώσεων ή προσπάθεια προσέλκυσης χειροκροτημάτων, θα αντιμετωπιστούν. Δάσκαλοι, Γονείς, Ομοσπονδίες, πρέπει να συνεργαστούμε ακόμη και για την προώθηση ταλέντων. Όμως ΔΕΝ πρέπει να αποπροσανατολιστούμε στη Δημοτική Εκπαίδευση, σύμφωνα και με τη φιλοσοφία των ΝΑΠ για το μάθημα της Φυσικής Αγωγής. Βασικός σκοπός όπως περιγράφεται σχετικά, είναι «να βοηθήσει το μαθητή, τη μαθήτρια στην κατανόηση και στο σεβασμό της διαφορετικότητας των ατόμων και στη συνεργασία με όλους. Αναμένεται τα παιδιά να εργάζονται σε συνεργασία για την επίτευξη κοινών κινητικών στόχων, με βάση τις ιδιαιτερότητες και ικανότητές τους, χωρίς να καταπιέζονται οι ατομικές διαφορές, είτε αυτές ονομάζονται ταλέντα, είτε αδυναμίες. Το κάθε παιδί, με τη βοήθεια του εκπαιδευτικού μπορεί να βελτιώσει το ατομικό του επίπεδο με βάση πάντα την ιδιαιτερότητά του.» Με γλαφυρότητα λοιπόν, αποτυπώνεται η παιδαγωγική και εκπαιδευτική αξία του μαθήματος και όχι η οικονομική ή συνδικαλιστική διαφύλαξη συμφερόντων. Είναι ζήτημα ουσίας και όχι διαδικασίας.
Αν θα μπούμε και στη συζήτηση όλων όσων, εσφαλμένα και αποπροσανατολίζοντας από την ουσία που περιγράφηκε πιο πάνω, προτάσσονται ως αναγκαιότητα της παρουσίας των καθηγητών Φυσικής Αγωγής στα δημοτικά σχολεία, τότε υπάρχουν και πολλά άλλα που μπορούμε να αντιπροτάξουμε:
• Ποια παιδαγωγική κατάρτιση έχουν οι απόφοιτοι των Γυμναστικών Ακαδημιών, ώστε να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του μαθήματος στο Δημοτικό Σχολείο, όπως αυτές έχουν παρουσιαστεί πιο πάνω;
• Σε ποιο βαθμό το πρόβλημα της παχυσαρκίας μπορεί να αντιμετωπιστεί με τα δύο σαραντάλεπτα διδασκαλίας στο Δημοτικό Σχολείο; Πώς επηρεάζουν όλες οι άλλες καθημερινές συνήθειες (διατροφή, καθιστική ζωή, μείωση άσκησης των παιδιών μεγαλώνοντας) σε συνάρτηση με τις αυξανόμενες υποχρεώσεις τους – αντιστρόφως ανάλογη σχέση.
• Το πρόβλημα αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά στη Μέση Εκπαίδευση; Υπάρχουν επιστημονικά τεκμηριωμένα ερευνητικά στοιχεία που να το αποδεικνύουν;
• Πώς μπορεί να διασφαλιστεί η συνεκτικότητα, η συναντίληψη, η διαθεματικότητα και η συνοχή της διδακτικής πράξης πέραν του πολυδύναμου δασκάλου ο οποίος κινείται στο σύνολο των μαθημάτων; Π.χ., η αθλητοπρέπεια είναι αντικείμενο κειμένου της γλώσσας, είναι ζήτημα στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων, είναι αξίωμα και στην Αγωγή Ζωής και έμπρακτη επιδίωξη στη Φυσική Αγωγή.
• Έρευνα της ΠΟΕΔ και τα αποτελέσματα-ευρήματά της: Συνθήκες διεξαγωγής του μαθήματος (κλειστές αίθουσες, ηλιοφάνεια κ.ά.) – ποιότητα εγκαταστάσεων – συστηματική επιμόρφωση (Συνεργατικές Κοινότητες Μάθησης).
• Ακόμα και για το θέμα της «Ασφάλειας και Υγείας» που αναφέρεται η ΠΟΕΔ είναι σε διάλογο και συζήτηση για να εξευρεθούν σωστές λύσεις και αποτελεσματικές, αλλά πρακτικά και μόνο αυτό το σημαντικό ζήτημα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με την παρουσία των Καθηγητών Φυσικής Αγωγής στα Δημοτικά Σχολεία. Ήδη η ΠΟΕΔ έχει προτάσεις οριστικής επίλυσης του θέματος.
• Η στελέχωση των Δημοτικών Σχολείων, η οργάνωση του σχολικού προγράμματος, κ.ά. δυσχεραίνονται αρκετά από τέτοια ρύθμιση.
Τελειώνοντας, καθιστούμε σαφές πως, αν η ΠΟΕΔ πειθόταν ότι η εισδοχή καθηγητών Φυσικής Αγωγής θα ωφελούσε την εκπαιδευτική πράξη στο επίπεδο του δημοτικού σχολείου, δε θα αντιδρούσε αρνητικά. Εξάλλου έχουμε δείξει (Μουσικοί και αγορά υπηρεσιών στα ΕΟΣ) ότι με ανοιχτό πνεύμα και για το καλό της Εκπαίδευσης δεν διστάζουμε να υιοθετήσουμε το πραγματικά σωστό, ανεξάρτητα από το συνδικαλιστικά συμφέρον.
Για την ΠΟΕΔ,
Ο Πρόεδρος, Ο Γ. Γραμματέας,
Φίλιος Φυλακτού Κωνσταντίνος Κωνσταντίνου