16
Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης
Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού
Λευκωσία

Αξιότιμε κύριε,
Θέμα : Ανακατανομή μαθητών στα τμήματα
Αναφερόμενοι στην πρόσφατη εγκύκλιο της Διεύθυνσης Δημοτικής Εκπαίδευσης για το θέμα της ανακατανομής μαθητών σε τμήματα, υποβάλλουμε ότι η σπουδή που επιδείχθηκε σ’ ό,τι αφορά την αποστολή των πρόσφατων σχετικών οδηγιών σας προς τα σχολεία, τουλάχιστο, μας ξενίζει, ιδιαίτερα αφού αυτό δεν αναφέρθηκε ανάμεσα στα διάφορα θέματα των κατά καιρούς συναντήσεών μας.
Η ανακατανομή μαθητών σε τμήματα, σε εξαιρετικές, βέβαια, περιπτώσεις, είναι φαινόμενο που δεν πρωτοεμφανίζεται στα σχολεία μας και είναι γνωστό πως αυτό γινόταν πάντοτε με φειδώ και με ψηλό αίσθημα ευθύνης από τις διευθύνσεις και το προσωπικό των σχολείων. Είμαστε σίγουροι πως θα συμφωνείτε μαζί μας πως υπάρχουν περιπτώσεις που, εκπαιδευτικά, επιβάλλεται να γίνεται ανακατανομή μαθητών, κυρίως για σκοπούς εξασφάλισης ισορροπίας στα επίπεδα των παιδιών, για δημιουργία καλύτερων συνθηκών επιβολής της πειθαρχίας κτλ. Αναμφίβολα, το θέμα της κοινωνικοποίησης των μαθητών είναι σημαντικό και θα πρέπει, σε όλες τις περιπτώσεις, να αποτελεί παράγοντα που λαμβάνεται ουσιαστικά υπόψη για να καθοριστεί η ανακατανομή, στο βαθμό που αυτό δεν επηρεάζει τους σκοπούς για τους οποίους αυτή θα κριθεί σκόπιμη.
Σ’ ό,τι αφορά την αρμοδιότητα λήψης απόφασης για ανακατανομή μαθητών, ενώ συμφωνούμε πως η σχετική ευθύνη ανατίθεται πάντοτε στο διευθυντή του σχολείου, θεωρούμε, εντούτοις, πως βαρύνουσα πρέπει να είναι, όπως και ήταν μέχρι σήμερα, η άποψη του Διδασκαλικού Συλλόγου. Αναμφίβολα, δεν θα έπρεπε να δημιουργείται η εντύπωση πως ο Διευθυντής του σχολείου θα μπορούσε να αποφασίζει και να ενεργεί, σε τέτοιες περιπτώσεις, χωρίς να λαμβάνει αρκούντως υπόψη και τη γνώμη του οικείου Διδασκαλικού Συλλόγου, ο οποίος και θα πρέπει, κατ’ εμάς, να αναγνωρίζεται ως η ανώτατη εκπαιδευτική αρχή μέσα στο σχολείο. Η προηγούμενη ενημέρωση του οικείου Επιθεωρητή ασφαλώς και εννοείται.
Αμφισβητούμε, περαιτέρω, τον αφορισμό πως η ανακατανομή δεν πρέπει «σε καμιά περίπτωση να αποτελεί εκτελεστέα πράξη προηγούμενης διεύθυνσης του σχολείου». Παρ’ όλο που μια τέτοια απόφαση δεν μπορεί να δεσμεύει τη νέα διεύθυνση του σχολείου, θεωρούμε, εντούτοις πως, από τη στιγμή που η νέα διεύθυνση δεν είναι, ακόμη, σε θέση να κρίνει αν επιβάλλεται ή όχι η ανακατανομή ενός τμήματος, η σχετική σύσταση της προηγούμενης διεύθυνσης θα πρέπει να είναι βαρύνουσας σημασίας.
Εν κατακλείδι, με κάθε σεβασμό προς την αρμοδιότητα της Διεύθυνσης Δημοτικής Εκπαίδευσης να ρυθμίζει, με σχετικές οδηγίες της, το υπό αναφορά ζήτημα, όπως και κάθε άλλο θέμα που αναφέρεται ση λειτουργία των σχολείων, παρατηρούμε, εντούτοις, ότι είναι η πρώτη φορά που η ανακατανομή τμημάτων χρειάστηκε ν’ αποτελέσει αντικείμενο εγκυκλίου σας, μέσα από την οποία συστήνεται η αποφυγή της. Γιατί, είναι διαφορετικό, ασφαλώς, να διατυπώνεται ότι «η ανακατανομή μπορεί να γίνεται, αλλά μόνο στις περιπτώσεις που η σχετική ανάγκη τεκμηριώνεται», όπως στην ουσία ήταν αυτό που εφαρμοζόταν μέχρι σήμερα,  και διαφορετικό να γίνεται αναφορά στην περίπτωση που «η ανακατανομή κρίνεται απόλυτα αναγκαία». Στην ουσία, αφαιρείται από τους εκπαιδευτικούς ένα από τα λίγα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους για πρόληψη ή καταπολέμηση της παιδικής παραβατικότητας, ενώ δεν τους επιτρέπεται να ενεργήσουν αποτελεσματικά για την εξισορρόπηση του επιπέδου ανάμεσα στα τμήματα της ίδιας τάξης του σχολείου τους.

Με τιμή,
Ο Πρόεδρος,                                                                 Ο Γ. Γραμματέας,


Φίλιος Φυλακτού                                                Κωνσταντίνος Κωνσταντίνου
Actions: E-mail | Permalink |